17 Ιανουαρίου, 2016

Θεραπεία κιρσών με laser (EVLA)

θερμοπηξία

Τι είναι η ενδοφλεβική θεραπεία των κιρσών με laser;

Η κλασική χειρουργική αντιμετώπιση των κιρσών των κάτω άκρων με σαφηνεκτομή, η εκρίζωση δηλαδή της «ελαττωματικής» φλέβας και των κλάδων της, μέσω χειρουργικών τομών αποτέλεσε για πολλά χρόνια τη μοναδική επιλογή. Ο τραυματικός όμως χαρακτήρας της επέμβασης, η ανάγκη για γενική αναισθησία και η καθυστερημένη μεγχειρητική αποκατάσταση, σε συνδυασμό με τις νεότερες γνώσεις μας για την παθογένεση των κιρσών, οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων, λιγότερο επεμβατικών τεχνικών. Με τις νέες αυτές τεχνικές «ενδοφλεβικής κατάλυσης» (endovenous ablation) επιτυγχάνεται η καταστροφή της «ελαττωματικής» φλέβας μέσω της εφαρμογής τοπικής θερμότητας με laser ή ραδιοσυχνότητες (RF).

Η τεχνική συνίσταται στην είσοδο εντός της παθολογικής φλέβας μίας ειδικής “ίνας”, η οποία προωθείται, (σχ. 1-2) υπό υπερηχογραφικό έλεγχο, μέχρι την κατάληξη της ψηλά στο μηρό. Εν συνεχεία και αφού εν τω μεταξύ γύρω από τη φλέβα έχει γίνει έγχυση ειδικού αναισθητικού διαλύματος, στο άκρο της ίνας εφαρμόζεται Endovenous-Laser-Treatmentθερμότητα μέσω του λέιζερ, η ίνα τραβιέται σιγά σιγά προς τα πίσω (σχ.3) με αποτέλεσμα τα τοιχώματα της φλέβας με την επίδραση της θερμοτητας να“κολλάνε” μεταξύ τους (σχ.4) κι έτσι η παθολογική φλέβα συρρικνώνεται και μετά από λίγο διάστημα υφίσταται ίνωση και εξαφανίζεται. Η επέμβαση ολοκληρώνεται με την αφαίρεση τυχόν υπολοίπων επιφανειακών κλάδων μέσω πολυ μικρών δερματικών τομών.

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της ενδοφλεβικής μεθόδου;

Η ενδοφλεβική τεχνική λοιπόν επιτρέπει τη διενέργεια της επέμβασης με τοπική αναισθησία ενώ οι χειρουργικές τομές είναι μικρές και δεν απαιτούν ράμματα. Ο ασθενής μπορεί να φύγει περπατώντας αμέσως μόλις βγει από το χειρουργείο και ήδη από την επομένη μέρα να επιστρέψει με απόλυτη ασφάλεια στη δουλειά του, φορώντας μόνο μία ειδική ελαστική κάλτσα για μερικές μέρες.

Το ποσοστό επιτυχίας της μεθόδου, με τη νεώτερη γενιά μηχανημάτων, είναι εφάμιλλη και καλύτερη της ανοιχτής μεθόδου και φτάνει το 98-99%, δηλαδή το ποσοστό υποτροπής είναι μόλις 1-2%.